Η Ελλάδα ως ιστορικός και γεωγραφικός χώρος βρίσκεται παντού. Στο παραμικρό αρχείο της γνώσης.
Εδώ, η παλέτα της φύσης, δίπλα από την αρχαία ξύλινη γέφυρα του Στρυμόνα, που αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Θουκυδίδη στην περιγραφή της πορείας του Βρασίδα για την κατάληψή της το 424 π.Χ.
Κατά τον αρχαιολόγο Λαζαρίδη, πρόκειται για τη γέφυρα στην οποία «παίχτηκε η τύχη της Αμφίπολης».
Είχε μήκος 275 μ. και πλάτος 4 – 6 μ.
Πάσσαλοι από αρχαίο ξύλο, αλλά και μεταγενέστεροι, βγήκαν στην επιφάνεια το 1977 από τον πρωτοπόρο Λαζαρίδη. Σήμερα σώζονται περίπου εκατό.
Ο γνωστός-άγνωστος ‘Harry Hacktivist’, είπε κάποτε: «πώς ορίζεις την πραγματικότητα; Αν θέτεις το ζήτημα γύρω από τι μπορείς να αισθανθείς, τι μπορείς να μυρίσεις να γευτείς και να δεις, τότε η πραγματικότητα είναι απλά ‘μεταφρασμένα’ ηλεκτρικά σήματα από τον εγκέφαλο».
Δεν ακούγεται σωστό, είναι κιόλας. Αλλά μήπως είναι κάτι περισσότερο από αυτό;
Περιδιαβαίνοντας τόσα βουνά όλα αυτά τα χρόνια, κοιτώντας το ίδιο σημείο κάθε φορά από διαφορετικές μεριές ή υψώματα, αντιλαμβάνεσαι ολιστικά το χωρικό πεδίο.
Κατά την επίσκεψη στον τύμβο Καστά στην Αμφίπολη, η παρατήρηση από τον διπλανό -κατά πολύ ψηλότερο- λόφο αλλά και από τις όχθες του Στρυμόνα, βάζει σε σκέψεις τον προσεκτικό παρατηρητή.
Αντιλαμβάνεται πολλά. Θα έλεγα, όχι μόνο με τα μάτια.
Πρόκειται για τον λόφο 133, όπου βρισκόταν η Ακρόπολη της αρχαίας πόλης, Εννέα Οδοί (πολύ πριν την ύπαρξη της Αμφίπολης).
Όταν παρατήρησα από μακριά τους δύο λόφους, τον μεγάλο και τον μικρό, αναρωτήθηκα τι είναι εκείνο το εμφανές επίπεδο (είναι σαν παρατημένο γήπεδο. Εκεί στην κορυφή, το έδαφος δεν έχει την παραμικρή κλίση).
Αυτός ο μεγάλος λόφος «φωνάζει» από μακριά! Κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν ήταν εκεί η Ακρόπολη, αλλά κάτι μεγαλύτερο. Προς το παρόν, πολλοί ισχυρισμοί αποτελούν μόνον εικασίες.
Έχοντας την τύχη με το μέρος μου, βρήκα -χωρίς να ψάξω- τον κατάλληλο άνθρωπο. Μιλώ πάντα με ηλικιωμένους. Είναι η ζωντανή ιστορική πηγή ενός τόπου, κι ας είναι η ματιά τους υποκειμενική.
Ο άνθρωπος αυτός σκαρφαλώνει στις πλαγιές σαν δεκαπεντάχρονος. Δουλευτής της γης, ψημένος στο χωράφι από ήλιο και δουλειά (με έντονες ρυτίδες όχι τόσο από γήρας όσο από ηλιακή ακτινοβολία), εξηγεί τα πάντα με υπομονή. Με τη σοφία των χρόνων του, διευρύνει τη σκέψη του συνομιλητή. Τι μπορεί να συνέβαινε εκεί πέρα;
Θα σταθώ σε αυτό -από τα πολλά- που είπε: «Ερχόμουν από τα εφηβικά χρόνια με τον πατέρα· ήμαστε εδώ κάθε μέρα. Πολλή δουλειά […] πάντως για μένα είναι όλοι εκεί μέσα... ποια Βεργίνα; Εδώ ψηλά που στεκόμαστε, ήταν το νομισματοκοπείο και η Ακρόπολη. Κατά καιρούς, όπως όργωναν κάποιοι, έβγαιναν στην επιφάνεια γραμμένες μαρμάρινες πλάκες. Ασημένια νομίσματα και διάφορα… θα σου πω μετά για τα νομίσματα. Κανένα κανάλι δεν έδειξε τίποτε από αυτά».
Δε γνωρίζω αν μιλούσε για επιτύμβιες στήλες ή κάτι άλλο. Το μέλλον θα δείξει αν επαληθευτούν τα λεγόμενα αυτού του ανθρώπου. Μεταφέρω, με την άδειά του, μέρος της συνομιλίας χωρίς δικό μου σχολιασμό.
Κοιτώντας στο βάθος, περιμετρικά από βορειοανατολικά προς νότια, διακρίνεις ένα μέρος από τη χάραξη της αρχαίας Εγνατίας Οδού (VIA EGNATIA), μεταξύ του λόφου Καστά και του λόφου 133 (δύο φωτογραφίες).
Συνεχίζει: «Άκρα του τάφου σιωπή... υπάρχουν άλλοι τρεις τάφοι και δεν τους ανοίγουν. Γιατί; Είναι κι ο Φίλιππος εδώ, δεν είναι στη Βεργίνα! Όλοι οι μακεδονικοί τάφοι είναι εδώ! Είναι όλοι στην ευθεία, κοίτα τη γραμμή (σ.σ. εννοεί τη νοητή) εκεί στο αμπέλι που είναι οι κολόνες…» […] «ο παππούς μού έλεγε: πάμε στον τάφο της Ρωξάνης» […] «Ρωμαίοι και Βυζαντινοί έχουν κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά…» […] ο Λαζαρίδης ήταν μεγάλος, ήξερε και μας έλεγε πολλά. Μας εξηγούσε για τους τύμβους και τα σημάδια της Εγνατίας η οποία έβγαινε στους Φιλίππους» […] «δώδεκα μακεδονικοί τάφοι σε γαλαρίες υπάρχουν εκεί απέναντι που δείχνω, εκεί στις πλαγιές. Τα περισσότερα ευρήματα τα έχουν στείλει στο μουσείο της Καβάλας. Άλλοι έχουν συληθεί και άλλοι έχουν ανοιχτεί από αρχαιολόγους. Εκεί στο μαντρί ήταν κοιμητήριο» […] «κάτι δεν κολλάει, κάποια συνεννόηση είχαν κάνει παλιά (σ.σ. ίσως να εννοεί το 1977 και τα ευρήματα στη Βεργίνα που επισκίασαν την ανασκαφή της Αμφίπολης), ξέρεις… λόγω του θέματος με τα Σκόπια», και συνεχίζει: «εδώ πολλοί δεν έχουν δουλέψει. Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, λόγω των εχθροπραξιών, η περιοχή ήταν γεμάτη μολύβι· μετά τον πόλεμο, όλοι έψαχναν στα χωράφια για μολύβι, κι έτσι έβρισκαν νομίσματα. Πολλοί τα έφαγαν στο πιοτό. Οι περισσότεροι πεθάναν από το πιοτό».
Από τον λόφο 133, ο λόφος Καστά φαίνεται κάτω χαμηλά. Εδώ είναι λες και κάθεσαι σε θρόνο. Ατενίζεις τον Στρυμόνα που χάνεται στον ορίζοντα. Το νερό ρέει αργά, σχεδόν αθόρυβα. Ο ρους του έπαψε να είναι ο ίδιος μετά τον σεισμό του 597 μ.Χ.
Όπως πέφτει η νύχτα, αξίζει να σταθείς στον αρχαιολογικό χώρο της γέφυρας και να δεις τα χρώματα του ορίζοντα, σε σημεία που δεν υπάρχουν σημάδια τεχνικού πολιτισμού.
Είναι μεγάλη η πιθανότητα να βλέπεις σχεδόν την ίδια εικόνα που έβλεπαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής. Η χωρική διαμόρφωση δεν πρέπει να έχει αλλάξει πολύ από τον 5ο αιώνα π.Χ., ιδίως δίπλα από το ποτάμι. Η φωτορύπανση δεν είναι έντονη, τουλάχιστον τοπικά.
Η απόλυτη ηρεμία και οι φυσικοί ήχοι είναι ένα εικονικό ταξίδι στο χρόνο· όχι μόνο «ηλεκτρικά σήματα» κατά τον Harry, «που μεταφράζονται σαν πραγματικότητα».
Μιλάμε για κάτι βαθύτερο.
Στις τελευταίες τέσσερις φωτογραφίες ο Λέων της Αμφίπολης: όπως είναι σήμερα / δύο εικόνες από τα τέλη της δεκαετίας 1950 / και τέλος, η καλλιτεχνική απεικόνιση.
Πιστεύεται ότι έτσι ήταν τοποθετημένος τον 4ο αι. π.Χ., στην κορυφή του μικρού λόφου, στοιχείο που σήμερα πολλοί αρχαιολόγοι αμφισβητούν.
[dPk]
ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ:
Εδώ, η παλέτα της φύσης, δίπλα από την αρχαία ξύλινη γέφυρα του Στρυμόνα, που αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Θουκυδίδη στην περιγραφή της πορείας του Βρασίδα για την κατάληψή της το 424 π.Χ.
Κατά τον αρχαιολόγο Λαζαρίδη, πρόκειται για τη γέφυρα στην οποία «παίχτηκε η τύχη της Αμφίπολης».
Είχε μήκος 275 μ. και πλάτος 4 – 6 μ.
Πάσσαλοι από αρχαίο ξύλο, αλλά και μεταγενέστεροι, βγήκαν στην επιφάνεια το 1977 από τον πρωτοπόρο Λαζαρίδη. Σήμερα σώζονται περίπου εκατό.
Ο γνωστός-άγνωστος ‘Harry Hacktivist’, είπε κάποτε: «πώς ορίζεις την πραγματικότητα; Αν θέτεις το ζήτημα γύρω από τι μπορείς να αισθανθείς, τι μπορείς να μυρίσεις να γευτείς και να δεις, τότε η πραγματικότητα είναι απλά ‘μεταφρασμένα’ ηλεκτρικά σήματα από τον εγκέφαλο».
Δεν ακούγεται σωστό, είναι κιόλας. Αλλά μήπως είναι κάτι περισσότερο από αυτό;
Περιδιαβαίνοντας τόσα βουνά όλα αυτά τα χρόνια, κοιτώντας το ίδιο σημείο κάθε φορά από διαφορετικές μεριές ή υψώματα, αντιλαμβάνεσαι ολιστικά το χωρικό πεδίο.
Κατά την επίσκεψη στον τύμβο Καστά στην Αμφίπολη, η παρατήρηση από τον διπλανό -κατά πολύ ψηλότερο- λόφο αλλά και από τις όχθες του Στρυμόνα, βάζει σε σκέψεις τον προσεκτικό παρατηρητή.
Αντιλαμβάνεται πολλά. Θα έλεγα, όχι μόνο με τα μάτια.
Πρόκειται για τον λόφο 133, όπου βρισκόταν η Ακρόπολη της αρχαίας πόλης, Εννέα Οδοί (πολύ πριν την ύπαρξη της Αμφίπολης).
Όταν παρατήρησα από μακριά τους δύο λόφους, τον μεγάλο και τον μικρό, αναρωτήθηκα τι είναι εκείνο το εμφανές επίπεδο (είναι σαν παρατημένο γήπεδο. Εκεί στην κορυφή, το έδαφος δεν έχει την παραμικρή κλίση).
Αυτός ο μεγάλος λόφος «φωνάζει» από μακριά! Κάποιοι ισχυρίζονται ότι δεν ήταν εκεί η Ακρόπολη, αλλά κάτι μεγαλύτερο. Προς το παρόν, πολλοί ισχυρισμοί αποτελούν μόνον εικασίες.
Έχοντας την τύχη με το μέρος μου, βρήκα -χωρίς να ψάξω- τον κατάλληλο άνθρωπο. Μιλώ πάντα με ηλικιωμένους. Είναι η ζωντανή ιστορική πηγή ενός τόπου, κι ας είναι η ματιά τους υποκειμενική.
Ο άνθρωπος αυτός σκαρφαλώνει στις πλαγιές σαν δεκαπεντάχρονος. Δουλευτής της γης, ψημένος στο χωράφι από ήλιο και δουλειά (με έντονες ρυτίδες όχι τόσο από γήρας όσο από ηλιακή ακτινοβολία), εξηγεί τα πάντα με υπομονή. Με τη σοφία των χρόνων του, διευρύνει τη σκέψη του συνομιλητή. Τι μπορεί να συνέβαινε εκεί πέρα;
Θα σταθώ σε αυτό -από τα πολλά- που είπε: «Ερχόμουν από τα εφηβικά χρόνια με τον πατέρα· ήμαστε εδώ κάθε μέρα. Πολλή δουλειά […] πάντως για μένα είναι όλοι εκεί μέσα... ποια Βεργίνα; Εδώ ψηλά που στεκόμαστε, ήταν το νομισματοκοπείο και η Ακρόπολη. Κατά καιρούς, όπως όργωναν κάποιοι, έβγαιναν στην επιφάνεια γραμμένες μαρμάρινες πλάκες. Ασημένια νομίσματα και διάφορα… θα σου πω μετά για τα νομίσματα. Κανένα κανάλι δεν έδειξε τίποτε από αυτά».
Δε γνωρίζω αν μιλούσε για επιτύμβιες στήλες ή κάτι άλλο. Το μέλλον θα δείξει αν επαληθευτούν τα λεγόμενα αυτού του ανθρώπου. Μεταφέρω, με την άδειά του, μέρος της συνομιλίας χωρίς δικό μου σχολιασμό.
Κοιτώντας στο βάθος, περιμετρικά από βορειοανατολικά προς νότια, διακρίνεις ένα μέρος από τη χάραξη της αρχαίας Εγνατίας Οδού (VIA EGNATIA), μεταξύ του λόφου Καστά και του λόφου 133 (δύο φωτογραφίες).
Συνεχίζει: «Άκρα του τάφου σιωπή... υπάρχουν άλλοι τρεις τάφοι και δεν τους ανοίγουν. Γιατί; Είναι κι ο Φίλιππος εδώ, δεν είναι στη Βεργίνα! Όλοι οι μακεδονικοί τάφοι είναι εδώ! Είναι όλοι στην ευθεία, κοίτα τη γραμμή (σ.σ. εννοεί τη νοητή) εκεί στο αμπέλι που είναι οι κολόνες…» […] «ο παππούς μού έλεγε: πάμε στον τάφο της Ρωξάνης» […] «Ρωμαίοι και Βυζαντινοί έχουν κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά…» […] ο Λαζαρίδης ήταν μεγάλος, ήξερε και μας έλεγε πολλά. Μας εξηγούσε για τους τύμβους και τα σημάδια της Εγνατίας η οποία έβγαινε στους Φιλίππους» […] «δώδεκα μακεδονικοί τάφοι σε γαλαρίες υπάρχουν εκεί απέναντι που δείχνω, εκεί στις πλαγιές. Τα περισσότερα ευρήματα τα έχουν στείλει στο μουσείο της Καβάλας. Άλλοι έχουν συληθεί και άλλοι έχουν ανοιχτεί από αρχαιολόγους. Εκεί στο μαντρί ήταν κοιμητήριο» […] «κάτι δεν κολλάει, κάποια συνεννόηση είχαν κάνει παλιά (σ.σ. ίσως να εννοεί το 1977 και τα ευρήματα στη Βεργίνα που επισκίασαν την ανασκαφή της Αμφίπολης), ξέρεις… λόγω του θέματος με τα Σκόπια», και συνεχίζει: «εδώ πολλοί δεν έχουν δουλέψει. Στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, λόγω των εχθροπραξιών, η περιοχή ήταν γεμάτη μολύβι· μετά τον πόλεμο, όλοι έψαχναν στα χωράφια για μολύβι, κι έτσι έβρισκαν νομίσματα. Πολλοί τα έφαγαν στο πιοτό. Οι περισσότεροι πεθάναν από το πιοτό».
Από τον λόφο 133, ο λόφος Καστά φαίνεται κάτω χαμηλά. Εδώ είναι λες και κάθεσαι σε θρόνο. Ατενίζεις τον Στρυμόνα που χάνεται στον ορίζοντα. Το νερό ρέει αργά, σχεδόν αθόρυβα. Ο ρους του έπαψε να είναι ο ίδιος μετά τον σεισμό του 597 μ.Χ.
Όπως πέφτει η νύχτα, αξίζει να σταθείς στον αρχαιολογικό χώρο της γέφυρας και να δεις τα χρώματα του ορίζοντα, σε σημεία που δεν υπάρχουν σημάδια τεχνικού πολιτισμού.
Είναι μεγάλη η πιθανότητα να βλέπεις σχεδόν την ίδια εικόνα που έβλεπαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής. Η χωρική διαμόρφωση δεν πρέπει να έχει αλλάξει πολύ από τον 5ο αιώνα π.Χ., ιδίως δίπλα από το ποτάμι. Η φωτορύπανση δεν είναι έντονη, τουλάχιστον τοπικά.
Η απόλυτη ηρεμία και οι φυσικοί ήχοι είναι ένα εικονικό ταξίδι στο χρόνο· όχι μόνο «ηλεκτρικά σήματα» κατά τον Harry, «που μεταφράζονται σαν πραγματικότητα».
Μιλάμε για κάτι βαθύτερο.
Στις τελευταίες τέσσερις φωτογραφίες ο Λέων της Αμφίπολης: όπως είναι σήμερα / δύο εικόνες από τα τέλη της δεκαετίας 1950 / και τέλος, η καλλιτεχνική απεικόνιση.
Πιστεύεται ότι έτσι ήταν τοποθετημένος τον 4ο αι. π.Χ., στην κορυφή του μικρού λόφου, στοιχείο που σήμερα πολλοί αρχαιολόγοι αμφισβητούν.
[dPk]
ΔΕΙΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου