Αναζήτηση

Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Κυνηγητό Ελλήνων ραδιοπειρατών της δεκαετίας του '60 (και του '80 μετέπειτα) - Επιχείρηση «σκούπα»

 Δεν γνωρίζω αν έχει υπάρξει μέχρι σήμερα άλλη παραπλήσια δημοσίευση, ούτε και το έψαξα, αλλά αναρτώ εδώ κάτι που με αγγίζει συναισθηματικά επειδή κι εμείς περάσαμε από αυτά τα ραδιοφωνικά «χαρακώματα», φυσικά πολύ αργότερα και σε κάπως… διαφορετικές ‘μπάντες’ στα χρόνια του ’80 μέχρι το ’90.

Πρόκειται για ένα ντοκουμέντο της δεκαετίας του 1960.
Κάποιοι από τους ανθρώπους αυτούς σύρθηκαν στα δικαστήρια, στιγματίστηκαν, κατασχέθηκαν τα μηχανήματά τους, σίγουρα όλοι οι δίσκοι βινυλίου 33 στροφών και τα 45αρια δισκάκια που κάθε κομμάτι το είχαν μαζέψει ένα ένα από το υστέρημα ή με το χαρτζιλίκι τους, με κόπο και ατελείωτο ψάξιμο στα δισκάδικα.
Πρόκειται για μια αναφορά της United States Central Intelligence Agency (της αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών των ΗΠΑ, της γνωστής σε όλους CIA). Στο πολυσέλιδο κείμενο διαβάζουμε για τις «περίεργες» ραδιοεκπομπές —ακόμη και για χώρες που ήταν προσδεδεμένες στο Δυτικό άρμα— ενώ περιγράφεται και η κατάσταση στην Ελλάδα. Υπάρχουν αναφορές για τους Έλληνες ραδιοπειρατές (ερασιτέχνες) που είχαν αυξηθεί «επικίνδυνα» στα μέσα της δεκαετίας 1960. Φυσικά εδώ μιλάμε για εκπομπές στα Μεσαία κύματα, (άγνωστες λέξεις σήμερα για ηλικίες κάτω των 40… )
Η αναφορά αυτή έχει ημερομηνία 8 Μαρτίου 1967. Η επιχείρηση-σκούπα διατάχθηκε από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, δύο χρόνια πριν, τον Ιούλιο 1965. Πιθανώς, σε κάποιες περιπτώσεις να χρησιμοποιήθηκαν για τον εντοπισμό αναλογικά ραδιογωνιόμετρα της εποχής που προμήθευσαν οι ΗΠΑ, ή να έγιναν «καρφωτές» που είναι και το πιθανότερο (δεν αναφέρεται τίποτε σχετικά για τη μέθοδο εντοπισμού των ραδιοπειρατών).
Διαβάζουμε: «…από την αστυνομία έχουν εντοπιστεί 400 σταθμοί, οι 250 εντός Αττικής». Σε άλλο σημείο: «… η παρακολούθηση των πειρατικών ραδιοσταθμών θα πρέπει να ενταθεί και να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα ώστε αυτοί να κατασχεθούν (confiscate) και να πάψουν οι εκπομπές».
Η αναφορά συμπεριλαμβάνει κι άλλους χομπίστες, ασυρματιστές, μάλλον χωρίς χαρακτηριστικά κλήσης, γι’ αυτό και τονίζεται πως «οι σταθμοί αυτοί λειτουργούν επί τη βάσει της ανοχής των πολιτικών, και όχι λόγω προσωρινών αδειών» (temporary licenses). Ίσως να πρόκειται για μεταφορά λανθασμένων πληροφοριών από την Αθήνα, δηλαδή το γνωστό «σπασμένο τηλέφωνο» ή από κακή μετάφραση. Ενδέχεται αυτή η ιδιότυπη ελληνική κατάσταση να μην υπάγονταν σε καμία κατηγορία, να μην προβλεπόταν κάτι τέτοιο.
‘Police’ ήταν η ‘Αστυνομία Πόλεων’ που καταργήθηκε το 1984.
Συμπεραίνουμε λοιπόν πως επρόκειτο για πανελλαδικής εμβέλειας εξόρμηση, το λεγόμενο «ντου».
Φυσικά, η υπόθεση δεν έχει μόνο τη ρομαντική της πλευρά: την εποχή εκείνη κανείς δεν διέθετε όργανα μέτρησης. Ελάχιστα υπήρχαν, ήταν απλησίαστα και τα διέθεταν μόνο κρατικοί φορείς. Όλα τα μηχανήματα εκπομπής ήταν χειροποίητα, οι λεγόμενες «ιδιοκατασκευές». Σε κάθε χόμπι υπάρχουν και αυτοί που χαλούν το χόμπι, που ενοχλούν. Έτσι κι εδώ, πολλοί δημιουργούσαν παρεμβολές, κυρίως σε ακροάσεις βραχέων κυμάτων της τότε ΚΥΠ που είχε ομφάλιο λώρο με τη CIA, (όπως συνέβαινε και στο Ανατολικό μπλοκ με την KGB), στα συστήματα επικοινωνίας της πολιτικής αεροπορίας, του στρατού κ.ά. Οι περισσότεροι από τους πειρατές δεν μπορούσαν να αντιληφθούν το πρόβλημα που δημιουργούσαν (όπως είπαμε, δεν είχαν όργανα για να ελέγξουν αυτές τις κατασκευές και οι υπολογισμοί γινόταν στο περίπου…) Το γνώριζαν όμως! γνώριζαν πως ενδέχεται να δημιουργούν παρεμβολές, αλλά κανείς δεν ήταν στα αλήθεια σίγουρος ότι έφταιγε το δικό του «μηχάνημα».
Παρεμπιπτόντως, το όνομα του επικεφαλής της επιχείρησης και υφυπουργού Δημόσιας Τάξης που αναφέρεται στο κείμενο (Steriopoulos) συμπίπτει με αυτό του επόμενου υφυπουργού Δημοσίων Έργων της στρατιωτικής δικτατορίας, έναν μήνα μετά, κατά το υπουργικό συμβούλιο του Απριλίου. Δεν είναι σίγουρο αν πρόκειται για το ίδιο άτομο.
Άλλο ένα παραπλήσιο και μαζικό «ντου» συνέβη μεταξύ 1982 – 1984. Πολλοί τότε πίστευαν πως με την αλλαγή κυβέρνησης το 1981 θα νομιμοποιούνταν· γενικώς υπήρχε αισιοδοξία, ήταν διάχυτη.
Όμως οι ελπίδες τους αποδείχτηκαν φρούδες. Το «μενού» σε εκείνη την επιχείρηση-σκούπα περιλάμβανε περισσότερους, και πολλούς ραδιοπειρατές (ερασιτέχνες) των FM —όπως ίσως λανθασμένα— καθιερώθηκε ο όρος αυτός. Εκείνους τους ραδιοπειρατές θα τους θυμούνται και οι ηλικιακά μικρότεροι, ή τέλος πάντων, ίσως να έχουν δει κάποια κακέκτυπά τους σε ελληνικές ταινίες της δεκαετίας του ’80. Και λέω «κακέκτυπα» γιατί η πραγματικότητα σε αυτή την περίπτωση ήταν πολύ πιο συναρπαστική από την κινηματογραφική.
Παιδιά τότε, λίγο μετά το αποκορύφωμα του Ψυχρού Πολέμου, εικοσάρηδες και εικοσιπεντάρηδες στα μέσα της δεκαετίας του ’60, άνθρωποι που ήταν πίσω από την αναφορά της CIA για τους «pirate radio stations», με την κωδική ονομασία της ελληνικής περιοχής ως ‘J1’, βρίσκονται στη ζωή οι πιο πολλοί από αυτούς. Τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω και εύχομαι να είναι γεροί.
Οπωσδήποτε η αναφορά μας αυτή αφιερώνεται σε όλους τους πρωτοπόρους των πειραματισμών και σε εκείνους που έφυγαν… «μετά από λίγες στροφές… και με το πέσιμο του carrier…» τους ακούμε…
[Dimitris P. Kalousis]