Αναζήτηση

Τρίτη 18 Απριλίου 2017

ΧΩΡΑ ΑΛΟΝΝΗΣΟΥ - Μια μικρή αληθινή ιστορία...

ΑΛΟΝΝΗΣΟΣ (ΧΩΡΑ) - Μια μικρή αληθινή ιστορία... (μετά τις φωτογραφίες)
















«Ποτέ δεν πρέπει τα κλαδιά τις ρίζες να ξεχνούνε,
γιατί οι ρίζες, αν χαθούν και κείνα θα χαθούνε».
Ριζίτικο
Η πασχαλινή μου ευχή θα είναι η περιγραφή μιας μικρής ιστορίας, εκτιμώντας ότι θα πιάσει περισσότερο από οποιαδήποτε ευχή. Είναι διαφορετική από τη γραμμική εξέλιξη που έχουν ανάλογες ιστορίες. Δεν θ’ αλλάξει η καθημερινότητά μας, ούτε κι ο κόσμος. Αφορά όλους εμάς που σεβόμαστε την Ιστορία και την Παράδοση. 
Έχουν περάσει λίγες μέρες από την 6η Απριλίου. Έχουμε χρέος να θυμόμαστε τους ανθρώπους που χωρίς ιδιοτέλεια και καιροσκοπισμό έδωσαν τη ζωή τους. 
Πριν λίγο καιρό, πρέπει να ήταν Φεβρουάριος του 2017, νεοναζι από χώρες της Ευρώπης έκαναν πορεία στη Βουλγαρία, στη Σόφια. 
Να θυμηθούμε ότι 38.960 Έλληνες οδηγήθηκαν στα εκτελεστικά αποσπάσματα την περίοδο 1941-1945 (ακόμη και μετά την απελευθέρωση τον Οκτώβριο του ’44, έλληνες εκτελούνταν στους εναπομείναντες θύλακες των ναζι σε νησιά και Δυτ. Κρήτη μέχρι τον Μάιο του ’45, κατά δήλωση του Μανώλη Γλέζου). Έχουν καταγραφεί περιστατικά από 1170 χωριά, σχεδόν σε κάθε τόπο μας, σε όλη την επικράτεια. Ο νομός μας έχει πληρώσει βαρύ φόρο αίματος κατά την διάρκεια της κατοχής και με τα ολοκαυτώματα της Τσαριτσάνης και του Δομένικου. 
Χειμώνας 1999. Σ’ ένα ταξίδι στην Αλόννησο, μαθαίνω για την ιστορία της μικρής πλατείας, η οποία βρίσκεται εκεί όπως ανεβαίνεις τα στενά της Χώρας. Όσες φορές και αν βρέθηκα χειμώνα στο μέρος αυτό, σταματώ· αφουγκράζομαι και παρατηρώ τον χώρο…
Η πρώτη φωτογραφία αποτυπωμένη σε φιλμ, είναι από τότε. Οι υπόλοιπες είναι τραβηγμένες χειμώνα του 2017. Πρόκειται για μια ιστορία που πολλοί τη γνωρίζαμε με διαφορετικό τέλος από το αληθινό, εκείνο που περνάει από στόμα σε στόμα και λίγο παραλλάσσεται. Μια ιστορία που άκουσα για πρώτη φορά πριν από δεκαοκτώ χρόνια:
1944 ανήμερα του δεκαπενταύγουστου. Ξημέρωσε ήσυχα, η θάλασσα λάδι. Μυρωδιές θυμαριού και ρίγανης φτάνουν από τα δεμάτια που κρέμονται στις αυλές. Ο αυγουστιάτικος ήλιος δεν ζέστανε για καλά ακόμη την πέτρα, και οι τζίτζικες δεν έχουν αρχίσει τη μονότονη τρίλια τους, τον προγραμματισμένο από τη φύση, σκοπό τους. Τίποτε δεν προμηνύει αυτό που θα ακολουθήσει. 
Όλοι μένουν πάνω στη Χώρα. Μόνο δύο - τρία σπίτια υπάρχουν κάτω στο Πατητήρι, το λιμανάκι του νησιού. 
Σε λίγο, φτάνει ένα καΐκι με γερμανους στρατιώτες. Έχουν κρυμμένο τον οπλισμό τους και δεν φορούν στολές. 
Βγαίνουν γρήγορα και ανηφορίζουν από το παλιό καλντερίμι μέσα από τα περιβόλια. 
«Τράβηξαν ίσα πάν’ για το χωριό. Κανείς δε κατάλαβε τίποτας μέχρις που τσ’ είδαμι» έλεγε χαρακτηριστικά ο γεράκος, δεκαοχτώ χρόνια πριν. 
Καλούν τους κατοίκους να συγκεντρωθούν. Ακούγονται δέκα ονόματα. (Άλλοι λένε ότι τους έπιασαν στα σπίτια τους. Δεν γνωρίζω αν έχουν σημασία οι λεπτομέρειες· μπορεί για κάποιους να έχουν ιστορική αξία). Τέτοια γιορτινή ημέρα βρίσκονται όλοι στο χωριό. Η λίστα από κάπου είχε «δοθεί». 
Στήνουν και τους δέκα σε ημικυκλική διάταξη, στο σχήμα της μικρής πλατείας. 
Δεύτερος είναι ο Ξυδέας και τρίτος ο Βλάικος. Δεν ακούγεται ανάσα. Δεν κινείται τίποτε. Κι όμως, πριν λίγη ώρα οι δικοί τους ετοίμαζαν το λιτό γιορτινό τραπέζι.
Το μυδράλιο στήνεται μπροστά τους. Οι περισσότεροι κοιτούν αμίλητοι… κάποιες γυναίκες κλαίνε βουβά…. 
Ανά τρία άτομα τους δένουν με τα χέρια πίσω. Ένα δεύτερο μυδράλιο στήνεται (για κάθε ενδεχόμενο) σε άλλο σημείο πιο κάτω σ’ ένα μικρό άλσος, που κι αυτό υπάρχει σήμερα. 
Περνούν από μπροστά τους . Έναν – έναν τους ρωτούν για τυχόν συμμετοχή σε κάποια οργάνωση… τελευταίες στιγμές… ο Βλάικος βρίσκει τη δύναμη και ήρεμος τους εξηγεί ότι δεν είναι αυτός που ψάχνουν, τους λέει ότι η γυναίκα του είναι λεχώνα. Σαν σε κινηματογραφική ταινία, τον λύνουν και τον οδηγούν στην άκρη, απέναντι από το απόσπασμα, εκεί όπου βρίσκονται οι ηλικιωμένοι. Θα ψάξουν αργότερα για την αλήθεια των ισχυρισμών του. Αν όχι, θα τον εκτελέσουν κι αυτόν. 
Με το λύσιμο του Βλάικου, ο δεύτερος στη σειρά Ξυδέας, διαπιστώνει ότι το σχοινί που έσφιγγε τα χέρια του έχει χαλαρώσει. Κάποια στιγμή δημιουργείται φασαρία, ένας από το πλήθος κάτι φωνάζει· πάνω στην αναμπουμπούλα, ο μελλοθάνατος Ξυδέας κάνει κυριολεκτικά salto mortale! Βουτάει κάτω στην πλαγιά, κατρακυλάει προς την ελευθερία. Μόλις ανακτά ισορροπία, αρχίζει να τρέχει… αν θα πάρει την κατεύθυνση της ζωής ή της αιωνιότητας είναι ακόμη άγνωστο εκείνες τις στιγμές. 
Με τα χρόνια, η ιστορία για μας τους ξένους, φτάνει από στόμα σε στόμα ως «αυτός που έκανε βουτιά και γλύτωσε». 
Η αληθινή πραγματικότητα είναι συνήθως πιο σκληρή από την εικονική και την κινηματογραφική. 
Ναι, υπάρχει ένας άνθρωπος που γλύτωσε από εκείνη την εκτέλεση· μα δεν ήταν ο Ξυδέας που έκανε το σάλτο. Ήταν ο τρίτος στη σειρά, ο Βλάικος, με νεογέννητο παιδί πίσω του, μόλις πέντε ημερών. Το παιδί εκείνο, ο κύριος Παναγιώτης 73 ετών σήμερα, εξηγεί με κάθε λεπτομέρεια τον τρόπο που γλύτωσε ο πατέρας του. 
Περιμετρικά στον χαμηλό τοίχο, βλέπεις τα σημάδια από τις ριπές. Στη φωτογραφία του 1999 δεν είχε καλυφθεί ο τοίχος. Σήμερα μόνο δύο μεγάλες οπές φαίνονται καθαρά στις φωτογραφίες.
Πίσω ακριβώς βρίσκεται η πλαγιά που έκανε το σάλτο ο Αθανάσιος Ξυδέας. Έκανε μοιραίο λάθος «να πάει ευθεία και όχι να φύγει αριστερά στην πλαγιά» όπως λένε οι ντόπιοι. Το δεύτερο μυδράλιο –από το δασάκι πιο κάτω - τον γάζωσε. Όπως έτρεχε, μια από τις σφαίρες τον βρήκε στην καρδιά…
Αν βρεθείτε περαστικοί από το σημείο, σταθείτε για λίγο στη θέση που βρέθηκαν χωρίς να το θέλουν, εκείνοι οι άτυχοι αγωνιστές. Προσπαθήστε να νιώσετε τη διάθεση, ίσως τις τελευταίες τους σκέψεις, μόλις δυόμιση μήνες πριν από την απελευθέρωση της Ελλάδας. 
Αν πάτε καλοκαίρι, που είναι πιθανότερο, ίσως δείτε τουρίστες να κάθονται αμέριμνοι στη μικρή πλατεία απολαμβάνοντας παγωτά από το διπλανό κατάστημα. 
Με αφαιρετικό τρόπο «σβήστε» τις φωνές και τους ήχους και αισθανθείτε· σε μια γιορτινή μέρα με ήλιο, οι άνθρωποι έκαναν όνειρα… ξαφνικά, εμφανίστηκαν οι πρεσβευτές του μίσους —τους οποίους σήμερα κάποιοι ανιστόρητοι εξυμνούν— και τους έκοψαν το νήμα, που δεν πρόλαβαν να ξετυλίξουν, από το κουβάρι της ζωής. Θα γίνετε καλύτεροι άνθρωποι...
Οι εννέα ήρωες, όλοι σαν ένας, χωρίς προσδιορισμούς και διαχωριστικά, πολεμούσαν τον κατακτητή. Δεν έσκυψαν το κεφάλι. 
Μετά ακολούθησαν άλλα γεγονότα για τα οποία ακόμη και σήμερα αναδύονται ιστορικά στοιχεία και πληροφορίες. Οι ιστορίες, μικρές ή μεγάλες, δεν είναι πάντα όπως τις μαθαίνουμε (ή μαθαίναμε). ΑΘΑΝΑΤΟΙ!

Υ.Γ.1 - Στην τελευταία εικόνα, η ακτή κάτω στο Πατητήρι στα μέσα της δεκαετίας του ’60.
Υ.Γ.2 - Αν κάποιος έχει πιο ακριβή στοιχεία ή θέλει να κάνει διορθώσεις, ας γράψει ελεύθερα εδώ. Δεν πρόκειται για δημοσιογραφική έρευνα. Με μικρές αποκλίσεις, τα γεγονότα έτσι συνέβησαν.
[dPk]



Κυριακή 9 Απριλίου 2017

ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΕΜΠΩΝ - Μικρές ιστορίες και ιστορικές φωτογραφίες

Ιστορικές φωτογραφίες (μετά το κείμενο)

Ας κατακερματίσουμε κι εμείς λίγο αυτή την πολύπαθη Γεωγραφία (πολύπαθη από τους ίδιους τους γεωγράφους της μετανεωτερικότητας) και ας μεταφέρουμε μερικές εικόνες από μια όχι και τόσο μακρινή εποχή. Δείτε το σαν μικρό χρονογράφημα:
Την περιμέναμε αυτή τη μέρα. Από χθες βρίσκονται σε χρήση οι σήραγγες Τεμπών και Παντελεήμονα. 
Μέχρι το 1960 -‘61 η οδική σύνδεση με τη βόρεια Ελλάδα δεν γινόταν μέσω Τεμπών. Μόνο τρένο περνούσε από τη μεριά του Κάτω Ολύμπου (η φωτογραφία Νο2 είναι του 1956, η Νο3 του 1961 και η Νο4 του 1963). 
Η πρώτη διάνοιξη στο σημείο αυτό -για τον σιδηρόδρομο- ολοκληρώθηκε αρχές του 20ου αι., το 1909 (ναι, την ίδια χρονιά που σημειώθηκε το κίνημα στο Γουδί). Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, σχεδόν έναν αιώνα μετά, ολοκληρώθηκε η κατασκευή τής νέας σιδηροδρομικής γραμμής με σήραγγες στον Κάτω Όλυμπο. Η ηλεκτροκίνηση προστέθηκε αργότερα. 
Από την απέναντι μεριά, αυτή του Κισσάβου, σήμερα διέρχονται η Παλιά Ε.Ο. και η Νέα Ε.Ο. 
Στις εικόνες βλέπουμε εργασίες εκβραχισμού για τη διάνοιξη. Είναι καλοκαίρι του 1956!Προσέξτε τους φαντάρους-εργάτες: Δεν φορούν τίποτε για την ατομική τους προστασία. Έχουν ασφαλίσει με συρματόσχοινα μόνο τα τρυπάνια, αλλά όχι τον εαυτό τους! Πρόκειται για το σώμα Μηχανικού τής 1ης Στρατιάς. 
Κομπρεσέρ και φουρνέλα πάνω στους απότομους βράχους της κοιλάδας, και μη ελεγχόμενες εκρήξεις, ξύπνησαν τον «κοιμώμενο γίγαντα», με επακόλουθο τις συχνές κατολισθήσεις κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν.
Στη δεκαετία του ’80, με συρμούς automotrice του ΟΣΕ (Fiat, όχι «του Θεού» αλλά των ιταλικών πολεμικών αποζημιώσεων) και «παπάκια» 50 κυβικών πηγαίναμε για μπάνιο στη θάλασσα, μέσα από το απαράμιλλης ομορφιάς πέρασμα.
Μεσάγγαλα και Τσάγεζι, Πλαταμώνας και Νέοι Πόροι· εκεί στην πλατιά παραλία καθόμαστε τη νύχτα γύρω από τη φωτιά. 
Απόγειος αύρα με ξαστεριά, Sony Walkman και συζητήσεις ατέρμονες, μέχρι να δούμε ανατολή. Κουτάκια μπύρας, Camel (το παλιό χαρμάνι το θυμούνται πολλοί), Marlboro μαλακό (σκληρό οι πιο φλώροι, συνδυασμός που σκοτώνει), Winston οι πιο ψαγμένοι, σκέτο Santé οι λιγομίλητοι. Καμία γνώση για τις επιπτώσεις· ήταν το ρεύμα της εποχής, η άγνοια, τα ασύδοτα και ωραία 80s… μετά ήταν και η μαγκιά… 
Στην επιστροφή, στάση στην έξοδο του Πυργετού ή στην καντίνα του Ζάχου· αν θυμάμαι καλά, αυτή είχε ανοίξει κάπου στο ’85 ή ’86. Κλασική, λευκού χρώματος (υπάρχει και σήμερα, όχι ακριβώς στο ίδιο σημείο, κατά πολύ αλλαγμένη). Ίσως και να είναι η πιο παλιά καντίνα που βρίσκεται σχεδόν στην ίδια περιοχή τής εθνικής οδού τα τελευταία 31 χρόνια! 
Καλοκαίρι 1986: Πέρασμα-εμπειρία για τους πιτσιρικάδες. Το κράνος για εμάς ήταν άγνωστη λέξη· ίσως αποτελούσε ψόγο για κάποιους. Πιστεύω ότι έτσι ήταν. Η «ελληνική» κοσμοθεωρία εκείνης της εποχής ευθύνεται για πολλά... Εκατοντάδες οχήματα, σφήνες και ατελείωτες ουρές όταν συνέβαινε ατύχημα, ή σπανιότερα, όταν κάποιο από τα χιλιάδες διερχόμενα οχήματα χαλούσε στη μέση του δρόμου.
Ανά τακτά διαστήματα, υπήρχε προειδοποιητική σήμανση για καταπτώσεις βράχων. Ήταν το μοναδικό προληπτικό μέτρο. Το κράτος έστηνε πινακίδες κι αυτό ήταν όλο. Πάντως πρέπει να παραδεχτώ πως χρησίμευαν σαν σημαδούρες χιλιομετρικής απόστασης! 
Τους καλοκαιρινούς μήνες και ιδίως τα Σαββατοκύριακα, εκεί στην Αγία Παρασκευή έβλεπες την εντροπία να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια σου:
Προσκυνητές, τουρίστες και περαστικοί της «μιας φοράς» δημιουργούσαν αδιαχώρητο. Πολλοί διέσχιζαν κάθετα το οδόστρωμα, αντί να περάσουν την υπόγεια διάβαση. 
Πλανόδιοι διαλαλούσαν την πραμάτεια τους, ενώ τα κορναρίσματα κάποιων ανυπόμονων και τα σφυρίγματα των τροχονόμων κάλυπταν, στιγμιαία, τον διαπεραστικό ήχο των τζιτζικιών.Κάτω στο ποτάμι, πολλά τα εμπορικά παραπήγματα, κόσμος... 
Περνώντας με τα μηχανάκια, η μυρωδιά ασφάλτου, ελαστικού, καυσαερίων και τσίκνας εναλλάσσονταν με τις ευωδιές τής βλάστησης. Ποιοι κανόνες, ποια ‘Health & Safety'; Αυτά τα μάθαμε( ; ) στους Ολυμπιακούς του 2004. Ακόμη και τρικάβαλο το πηγαίναμε…Πιο κάτω, μας «περίμενε» ο «Δίας». Οι παλιοί έλεγαν ότι η φύση έχει σμιλεύσει τη μορφή του στον ψηλό βράχο. 
Στα μέσα τής δεκαετίας του 1980, η χλωρίδα στην κοιλάδα από την Αγία Παρασκευή και μέχρι την έξοδο προς Ομόλιο και Στόμιο (Τσάγεζι) είχε καλύψει σχεδόν τα πάντα· ακόμη και τα σημάδια της πρώτης διάνοιξης που υπήρχαν από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950. 
Ιανουάριος 1964: Στους κινηματογράφους της Αθήνας παίζεται το μιούζικαλ της Finos Films «Κάτι να καίει». Το κοινό, βλέπει τα πρώτα έγχρωμα πλάνα από το «νέο μεγάλο έργο» της Κοιλάδας των Τεμπών, και μάλιστα, σε υψηλή ανάλυση εικόνας όπως αποτυπώθηκε στα 35mm, το έτος 1963. Είναι η πρώτη ελληνική ταινία με το σύστημα Σινεμασκόπ. Στα πλάνα παρατηρούμε γυμνά βράχια και πέτρες στις άκρες του δρόμου, ενώ δεν υπάρχει ίχνος βλάστησης. Αυτό οφείλεται στις εκρήξεις των φουρνέλων κατά τη διάρκεια των εργασιών για τη διάνοιξη. Το βλέπουμε και εδώ στις φωτογραφίες: Πρόκειται για την περίοδο 1956 -1958. 
Στην ίδια ταινία, βλέπουμε την κίνηση των οχημάτων που είναι μικρή έως πολύ αραιή, μόνον ένα μηχανάκι και ελάχιστα αυτοκίνητα. Διακρίνονται -σε πρώτο πλάνο- η γέφυρα του Πηνειού, αφύλακτη ακόμη χωρίς τις σκοπιές, και τα δεντράκια σε στάδιο ανάπτυξης (η γέφυρα φρουρούνταν κατά την διάρκεια της χούντας· μια μεγάλη σκοπιά-γραφείο εξακολουθεί να υπάρχει και χρησιμοποιήθηκε παλαιότερα, μάλλον από τον ΟΣΕ). 
Όσο τα χρόνια περνούν, η κίνηση των οχημάτων αυξάνεται εκθετικά. Ο φόρος αίματος, με αποκορύφωμα το τραγικό γεγονός του 2003, ήταν το έναυσμα για το αυτονόητο: την διάτρηση της πλευράς του Κισσάβου, δίπλα από το αρχαίο μονοπάτι-πέρασμα.
Το έργο θα πρέπει να αφιερωθεί: 
- Στους ανθρώπους που έχασαν τα νιάτα τους εκεί· ιδιαιτέρως στους αδικοχαμένους μαθητές του Μακροχωρίου Ημαθίας. 
- Σε όλους όσοι συνέβαλαν άμεσα ή έμμεσα στον σχεδιασμό και την υλοποίηση, καθώς και σε κείνους που πήραν την απόφαση να ξεκινήσουν τα έργα. 
- Στους φορολογούμενους πολίτες.
Τέλος, πρέπει να αποδοθεί ψόγος σε εκείνους που με την εγκληματική αδιαφορία «πρόσφεραν» σε αυτή τη χώρα εκατόμβες θυμάτων από τα τρία πιο φονικά σημεία: τον Μαλιακό, το κάστρο του Πλαταμώνα και τα Τέμπη. Γνωστοί και αναγνωρίσιμοι πολλοί από αυτούς… 
Να θυμόμαστε πως δεν είναι μόνον η χιλιομετρική απόσταση, αλλά οι ασφαλείς δρόμοι που φέρνουν πιο κοντά τους ανθρώπους.
Υ.Γ.
τα διόδια εισόδου/εξόδου, σχεδόν μέσα στον Πλαταμώνα; Το καλοκαίρι τι θα γίνει;
[dPk]